ΝΑΟΣ ΑΦΑΙΑΣ

O Ναός της Αφαίας βρίσκεται στην Αίγινα, στο βορειοανατολικό τμήμα του νησιού και πρόκειται για το σπουδαιότερο μνημείο που σώζεται από το ιερό που ήταν αφιερωμένο στην Αθηνά. Ο Παυσανίας αναφέρει το μύθο για την Αφαία και την ταυτίζει με την κρητική θεά Βριτόμαρτι-Δίκτυννα, άποψη που είναι σήμερα αποδεκτή από τους ερευνητές. Ο ναός κτίσθηκε γύρω στο 500-490 π.Χ. και είναι ο δεύτερος πώρινος που οικοδομήθηκε στην ίδια περίπου θέση και με τον ίδιο προσανατολισμό. Ο προγενέστερος δωρικός ναός χρονολογείται περίπου στο 570-560 π.Χ. και καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 510 π.Χ. Ο ναός κατά την ανοικοδόμηση του πήρε την οριστική του μορφή, ενώ δε διατηρήθηκε για μεγάλο διάστημα, λόγω της Αθηναϊκής επιβολής στην Αίγινα από τα μέσα του 5ου αι. π.Χ. ή οποία οδήγησε, μέσω της σταδιακής του παρακμής, στην οριστική του εγκατάλειψη προς το τέλος του 2ου αι. π.Χ.

Πρόκειται για ναό δωρικού τύπου περίπτερο με κιονοστοιχία 12 κιόνων στις μεγαλές και 6 στις μικρές πλευρές εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι μονολιθικοί με 20 ραβδώσεις. Στηρίζεται σε κρηπίδα τριών βαθμίδων, ενώ τόσο ο πρόδρομος όσο και ο οπισθόδρομος αποτελούνται από δύο κίονες εν παραστάσι και σηκό με δίτονη εσωτερική κιονοστοιχία πέντε κιόνων. Η είσοδος γινόταν από την ανατολική πλευρά, ενώ όσον αφορά το υλικό κατασκευής των κιόνων, του θριγκού και των τοίχων σηκού είναι ντόπιος πορώδης ασβεστόλιθος επιχρισμένος. Η δίρριχτη στέγη καλύπτονταν από κεράμωση κορινθιακού τύπου, ενώ στο κορυφαίο ανθεμωτό ακρωτήριο που πλαισιώνονταν από 2 κόρες, οι τέσσερις σφίγγες στις γωνίες τις στέγης, και τα γλυπτά των αετωμάτων ήταν μαρμάρινα. Το θέμα και των δύο αετωμάτων είναι οι μυθικές εκστρατείες στην Τροία, στις οποίες διακρίθηκαν Αιγηνίτες ήρωες. Παρούσα και στις δύο εκστρατείες είναι η Αθηνά, ως η κεντρική μορφή κάθε αετώματος. Το δυτικό αέτωμα απηχεί την αισθητική του 6ου αι. π.Χ., ενώ το ανατολικό με τη μεγαλύτερη κινητικότητα των μορφών και την απουσία σχηματοποίησης παραπέμπει στις αρχές του 5ου αι. π.Χ.

Μετά την εγκατάλειψή του το μνημείο παρέμεινε ορατό και εντυπωσιακό στο λόφο οδηγώντας το 1811 τον αρχιτέκτονα Ch. R. Cockerell και το φίλο του βαρώνο von Hallerstein να επισκεφθούν το χώρο και να ανασκάψουν τα γλυπτά των αετωμάτων, τα οποία μετέφεραν στην Ιταλία. Από εκεί το 1828 κατέληξαν στο Μόναχο, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα και εκτίθενται στη Γλυπτοθήκη. Συστηματική ανασκαφή του μνημείου πραγματοποιήθηκε από το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο το 1901, υπό την εποπτεία των Ad. Furtwangler και H. Thiersch και αργότερα, το 1964-1981, του D. Ohly. Τα έτη 1956-1957 έγιναν αναστηλωτικές εργασίες από τον Α. Ορλάνδο και τον Ε. Στίκα.

Πηγές